φυλασσομένων

φυλασσομένων
φυλάσσω
keep watch and ward
pres part mp fem gen pl
φυλάσσω
keep watch and ward
pres part mp masc/neut gen pl
φῡλασσομένων , φυλάζω
form into tribes
fut part mid fem gen pl (epic)
φῡλασσομένων , φυλάζω
form into tribes
fut part mid masc/neut gen pl (epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αέριο — Σώμα σε κατάσταση τέτοια που δεν χαρακτηρίζεται ούτε από το σχήμα ούτε από τον όγκο του και αυτό οφείλεται στη σχεδόν πλήρη ελευθερία κίνησης των συστατικών σωματιδίων του και των σχετικά μεγάλων αποστάσεων μεταξύ τους. Η ύπαρξη χώρου μεταξύ των… …   Dictionary of Greek

  • σιρός — ο, ΝΜΑ, και σειρὸς Α κοιλότητα στο έδαφος, ή μεγάλο δοχείο ή κτίσμα για την αποθήκευση καρπών και, ιδίως, σιτηρών νεοελλ. τεχνολ. αεροστεγής κυλινδρική ή πρισματική αποθήκη για την αποθήκευση και συντήρηση σιτηρών, χορτονομής, ριζών και βολβών,… …   Dictionary of Greek

  • αρχείο — το 1. το σύνολο των φυλασσόμενων δημόσιων ή ιδιωτικών εγγράφων και το μέρος όπου φυλάσσονται αυτά: Το έγγραφο αυτό μπορείς να το αναζητήσεις στο αρχείο του υπουργείου Παιδείας. 2. συλλογή στοιχείων για ορισμένο σκοπό: Στη διάρκεια της Κατοχής… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”